-
1 αραιος
I.ἀραιός, ἁραιός31) узкий, тонкий(γλῶσσαι Hom.)
2) тесный(εἴσοδος Hom.)
3) слабый(κνῆμαι, χείρ Hom.; φωνά Theocr.)
4) легкий быстроходный(νῆες Hes.)
5) небольшой глубины(φάλαγγες Xen.)
6) неплотный(ὀμίχλη νέφους Arst.)
7) редкий(τρίχες Arst.)
8) рыхлый, пористый(ὀστοῦν Arst.; σπόγγοι Diod.)
9) скудный(τροφή Arst.)
II.3 и 21) призываемый в молитвах(Ζεύς Soph.)
2) отягощенный проклятьем, проклятый(γονά Aesch.; ἀραῖόν τινα λαβεῖν Soph.)
3) гибельный, губительный, несущий проклятье(τινι Aesch., Soph., Plat.)
-
2 αραιος...
ἁραιός...ἀραιός, ἁραιός31) узкий, тонкий(γλῶσσαι Hom.)
2) тесный(εἴσοδος Hom.)
3) слабый(κνῆμαι, χείρ Hom.; φωνά Theocr.)
4) легкий быстроходный(νῆες Hes.)
5) небольшой глубины(φάλαγγες Xen.)
6) неплотный(ὀμίχλη νέφους Arst.)
7) редкий(τρίχες Arst.)
8) рыхлый, пористый(ὀστοῦν Arst.; σπόγγοι Diod.)
9) скудный(τροφή Arst.)
См. также в других словарях:
ομίχλη — Στη μετεωρολογία είναι τροποσφαιρικός σχηματισμός όμοιος προς το νέφος, από το οποίο διαφέρει μόνο κατά το ότι επικάθεται πάντοτε στην επιφάνεια του εδάφους. Στις περισσότερες περιπτώσεις πρόκειται για ένα σμήνος λεπτών υδροσταγονιδίων (με… … Dictionary of Greek
νέφος — I (Αστρον.). Σμήνος λεπτότατων υδροσταγονιδίων ή παγοκρυστάλλων, που σχηματίζονται στην τροπόσφαιρα, σε ύψη μεταξύ 500 και 12.000 μ. Τα ν. σχηματίζονται λόγω συμπύκνωσης (υδροσταγονίδια) ή στερεοποίησης (παγοκρύσταλλοι) της ατμοσφαιρικής υγρασίας … Dictionary of Greek